Ή απλά υπάρχει μέσα μας ένας εν δυνάμει δολοφόνος που περιμένει τις κατάλληλες συνθήκες για να αποκαλυφθεί;
Το ερώτημα αν «ο δολοφόνος» αποτελεί μια ιδιόμορφη ανθρώπινη κατηγορία ή αν η ανθρωποκτονία αναδύεται υπό κατάλληλες συνθήκες αγγίζει τον πυρήνα της εγκληματολογικής και ψυχολογικής έρευνας. Τα δεδομένα δείχνουν ότι η ανθρωποκτονία είναι σπάνιο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο: βιολογικές προδιαθέσεις (π.χ. δυσλειτουργίες προμετωπιαίου φλοιού), ψυχολογικά χαρακτηριστικά (παρορμητικότητα, εχθρική ερμηνεία), κοινωνικο-περιβαλλοντικοί στρεσογόνοι παράγοντες (ανισότητες, παιδική κακοποίηση), καταστασιακοί επιταχυντές (αλκοόλ, θερμά επεισόδια σύγκρουσης) και ευκαιρίες (απουσία ικανού φύλακα) συμπλέκονται για να αυξήσουν την πιθανότητα θανατηφόρας βίας. Κανένας μεμονωμένος παράγοντας δεν είναι ούτε αναγκαίος ούτε επαρκής. Η γραμμή μεταξύ «ιδιόμορφου θηρευτή» και «κοινού ανθρώπου» δεν είναι απόλυτη· η επικινδυνότητα διανέμεται συνεχώς στον πληθυσμό και ενεργοποιείται υπό συγκεκριμένες συνθήκες, με ισχυρές ατομικές και κοινωνικές διαφοροποιήσεις.
Τι ονομάζουμε «ανθρωποκτονία» και πόσο συχνή είναι;
Η ανθρωποκτονία, με νομικούς όρους, αφορά την εκ προθέσεως αφαίρεση ζωής. Σε διεθνές επίπεδο παραμένει σχετικά σπάνια σε σχέση με το σύνολο της βίας, αλλά με σημαντικές διαφοροποιήσεις ανά χώρα, φύλο, και είδος σχέσης δράστη–θύματος (π.χ.διαπροσωπικές/ενδοοικογενειακές συγκρούσεις έναντι εγκλημάτων «οικονομικού» τύπου). Τα διεθνή επιδημιολογικά μοτίβα που αποτυπώνονται από φορείς δημόσιας υγείας και εγκληματολογίας τεκμηριώνουν τη σπανιότητα μεν, αλλά και τη σταθερή παρουσία της ανθρωποκτονίας ως κοινωνικού προβλήματος.
Σύγχρονες μετα-αναλύσεις και νευροαπεικονιστικές μελέτες υποδεικνύουν ότι ομάδες ατόμων με χρόνια αντικοινωνική/βίαιη συμπεριφορά παρουσιάζουν, κατά μέσο όρο, δομικές ή λειτουργικές διαφοροποιήσεις στον προμετωπιαίο φλοιό (ιδίως ορβιτομετωπιακή, ραχιοπλάγια προμετωπιαία περιοχή) και στην πρόσθια έλικα του προσαγώγιου—περιοχές που εμπλέκονται στον γνωστικό έλεγχο, την αναστολή και τη λήψη αποφάσεων. Αυτό δεν σημαίνει «εγκεφαλική καταδίκη»: πρόκειται για στατιστικές τάσεις, όχι για αλάνθαστους βιοδείκτες.
Παράλληλα, η βιολογική προδιάθεση αλληλεπιδρά με το περιβάλλον. Η κλασική μελέτη για το γονίδιο ΜΑΟΑ έδειξε ότι η χαμηλής δραστικότητας παραλλαγή σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αντικοινωνικής/βίαιης συμπεριφοράς μόνο όταν συνυπάρχει ιστορικό παιδικής κακοποίησης· χωρίς το περιβαλλοντικό πλήγμα, ο γενετικός κίνδυνος δεν εκδηλώνεται. Μετα-αναλύσεις επιβεβαιώνουν ότι το φαινόμενο είναι πραγματικό, αν και όχι παντού ισχυρό στον ίδιο βαθμό (ετερογένεια). Η βιολογία δημιουργεί «ευπάθειες» όχι προδιαγεγραμμένες μοίρες. Η εκδήλωση θανατηφόρας βίας εξαρτάται από την ένταση, τη χρονικότητα και τον τύπο των περιβαλλοντικών εκθέσεων που «συναντούν» αυτές τις ευπάθειες.
Ψυχολογικοί μηχανισμοί: από την παρορμητικότητα στα γνωστικά σχήματα
Πέρα από τη νευροβιολογία, η επιθετική συμπεριφορά εξηγείται από γενικά ψυχολογικά μοντέλα. Το «Γενικό Μοντέλο Επιθετικότητας» (GAM) περιγράφει πώς οι στιγμιαίες καταστάσεις (π.χ. πρόκληση, αλκοόλ, ζέστη), τα ατομικά γνωρίσματα (π.χ. χαμηλός αυτοέλεγχος, εχθρική απόδοση προθέσεων) και οι εσωτερικές καταστάσεις (συναισθήματα/διεγέρσεις) αλληλεπιδρούν κυκλικά, επηρεάζοντας την άμεση ερμηνεία, τη λήψη αποφάσεων και, τελικά, το αν η σύγκρουση θα κλιμακωθεί σε βία. Πρόκειται για μοντέλο μάθησης και επανατροφοδότησης—όσο πιο συχνά «εξασκείται» η βία, τόσο πιο προσβάσιμα γίνονται τα αντίστοιχα γνωστικά σχήματα.
Παραδείγματα ψυχολογικών οδών που αυξάνουν τον κίνδυνο:
· Παρορμητικότητα/κακός ανασταλτικός έλεγχος → ταχεία αντιδραστικότητα σε προσβολή.
· Εχθρική απόδοση προθέσεων (misattribution) → υπερεκτίμηση απειλής, κλιμάκωση.
· Ναρκισσιστικός τραυματισμός/ταπείνωση → εκρηκτικές εκφορτίσεις σε στενές σχέσεις (μη ειδικό αλλά συχνό).
Κοινωνικό–περιβαλλοντικό πλαίσιο: ευκαιρίες, πιέσεις, ρουτίνες
Η βία δεν συμβαίνει στο κενό. Η «Θεωρία Ρουτινών Δραστηριοτήτων» δείχνει ότι το έγκλημα απαιτεί συνάντηση επίδοξου δράστη, κατάλληλου στόχου και απουσία ικανού φύλακα· όταν οι καθημερινές μας ρουτίνες μεταβάλλονται (π.χ. χώροι νυχτερινής διασκέδασης χωρίς επιτήρηση) η ευκαιρία για θανατηφόρα σύγκρουση αυξάνει. Στους καταστασιακούς επιταχυντές ξεχωρίζει το αλκοόλ: μετα-ανάλυση διεθνών μελετών σε >28.000 δράστες ανθρωποκτονίας εκτίμησε ότι περίπου 48% ήταν υπό την επίδραση αλκοόλ κατά την πράξη (και ~37% σε κατάσταση μέθης). Η επίδραση του αλκοόλ δρα μέσω αποδυνάμωσης αναστολών, στενότητας προσοχής και αύξησης παρερμηνείας απειλής—ιδίως όταν υπάρχει ήδη σύγκρουση.
Μπορεί η καθημερινή υπακοή να γεννήσει ακραίες πράξεις;
Τα κλασικά πειράματα υπακοής του Milgram έδειξαν ότι «κανονικοί» άνθρωποι μπορούν, υπό πίεση νομιμοποιημένης αυθεντίας και σε συνθήκες σταδιακής κλιμάκωσης, να προβούν σε πράξεις που συγκρούονται με τις προσωπικές τους αξίες. Αν και τα πειράματα αυτά δεν αφορούν ανθρωποκτονία και έχουν δεχθεί μεθοδολογική κριτική, καταδεικνύουν τη δύναμη του πλαισίου και της σταδιακής δέσμευσης στην ενεργοποίηση βλαπτικών συμπεριφορών. Το συμπέρασμα δεν είναι «όλοι θα σκοτώναμε», αλλά ότι η συμπεριφορά είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στις συνθήκες: ιεραρχία, αποπροσωποποίηση θύματος, ομαδική σύγκλιση, στρες, ουσίες, πρόσβαση σε μέσα, απουσία άμεσων κοινωνικών περιορισμών.
Ψυχοπαθολογία και «σπάνιες» κλινικές κατηγορίες
Η ψυχοπάθεια (όπως αξιολογείται με εργαλεία τύπου PCL-R) συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο βίαιης/επαναλαμβανόμενης παραβατικότητας και νευρωνικές ιδιαιτερότητες σε κυκλώματα συναισθηματικής επεξεργασίας και ελέγχου. Ωστόσο, ακόμη και εδώ η νευροβιολογική εικόνα είναι ετερογενής και δεν αντιστοιχεί σε «μονοπάτι» που αφορά όλους τους δράστες ανθρωποκτονίας—πολλές ανθρωποκτονίες προκύπτουν σε συγκυριακές, εν θερμώ συνθήκες από άτομα χωρίς υψηλά ψυχοπαθητικά γνωρίσματα. Για τα σοβαρά ψυχικά νοσήματα, ο κίνδυνος θανατηφόρας βίας αυξάνεται κυρίως όταν συνυπάρχουν παράγοντες όπως κατάχρηση ουσιών, μη θεραπεία και κοινωνικός αποκλεισμός· σε απόλυτους αριθμούς, η πλειονότητα των ανθρωποκτονιών δεν τελείται από άτομα με ψυχική ασθένεια. (Επιστημονικά reviews δημόσιας υγείας υιοθετούν αυτό το συμπέρασμα, με έμφαση στη συννοσηρότητα ουσιών ως βασικό μοχλό κινδύνου).
«Διαθέσεις / Στρες / Ευκαιρίες»
Τα ευρήματα συγκλίνουν σε ένα διαδιεγερτικό (diathesis–stress–opportunity) σχήμα:
- Ατομικές ευπάθειες: βιολογικές (π.χ. PFC/αμυγδαλή), αναπτυξιακές (παιδική κακοποίηση), γνωστικά σχήματα/χαμηλός έλεγχος.
- Στρεσογόνες/προκλητικές καταστάσεις: προσβολή/ταπείνωση, ενδοσχέσεις, οικονομικές εντάσεις, ομαδική πίεση.
- Επιταχυντές & ευκαιρίες: αλκοόλ/ουσίες, πρόσβαση σε μέσο βίας, απουσία κοινωνικού ελέγχου/«φύλακα».
Η θανατηφόρα βία εμφανίζεται όταν (α) οι ευπάθειες είναι αρκετά έντονες και (β) η κατάσταση «σπρώχνει» σε επιθετική ερμηνεία και (γ) υπάρχουν μέσα/ευκαιρίες για φονική κλιμάκωση. Αν λείπει ένας από τους τρεις άξονες, ο κίνδυνος τείνει να μειώνεται δραστικά.
Γιατί το «όλοι φέρουμε έναν εν δυνάμει δολοφόνο» είναι και σωστό και παραπλανητικό
- Σωστό, γιατί οι καταστασιακοί παράγοντες μπορούν να μετατοπίσουν σημαντικά τη συμπεριφορά «κανονικών» ανθρώπων, ειδικά με αλκοόλ, στρες και κλιμακούμενη σύγκρουση.
- Παραπλανητικό, γιατί αγνοεί την τεράστια ατομική ετερογένεια: κάποιοι έχουν υψηλότερα όρια ενεργοποίησης (ισχυρότερος έλεγχος, ανθεκτικές αξίες, δεξιότητες ρύθμισης συναισθήματος, μη έκθεση σε τραύμα) και η πιθανότητα να σκοτώσουν παραμένει εξαιρετικά χαμηλή σε όλη τη ζωή τους.
τι μειώνει τον κίνδυνο θανατηφόρας βίας ;
- Πρωτογενής πρόληψη στην παιδική ηλικία: πρόληψη/ανίχνευση κακοποίησης, γονεϊκή εκπαίδευση, σχολικές δεξιότητες αυτορρύθμισης. Μειώνουν τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο μέσα από το μονοπάτι «τραύμα στα γνωστικά σχήματα/έλεγχος».
- Μείωση επιταχυντών: πολιτικές για το αλκοόλ (ώρες πώλησης, υπεύθυνη σερβιτόρων, έλεγχοι μέθης στην οδήγηση) συνοδεύονται διεθνώς από χαμηλότερα επίπεδα βίαιης θνητότητας.
- Καταστασιακή πρόληψη: βελτίωση «φύλαξης» σε θερμές ζώνες, φωτισμός, διαχείριση πλήθους, αποτροπή μεταφοράς επικίνδυνων μέσων όλα μειώνουν τις ευκαιρίες για θανατηφόρα κλιμάκωση.
- Ατομικές παρεμβάσεις: προγράμματα ρύθμισης συναισθήματος/γνωστικής επεξεργασίας θυμού, εκπαίδευση μη βίαιης επίλυσης διαφορών, αντιμετώπιση χρήσης ουσιών. Συμβαδίζουν με τους μηχανισμούς του GAM (λιγότερα σφάλματα απόδοσης, καλύτερος ανασταλτικός έλεγχος).
Συμπέρασμα
Η ανθρωποκτονία δεν είναι αποκλειστικό «προνόμιο» μιας ιδιόμορφης, αποκομμένης ανθρώπινης φυλής—ούτε, όμως, είμαστε όλοι έτοιμοι να σκοτώσουμε. Η καλύτερη περιγραφή είναι πιθανοτική: ένα σύμπλεγμα ευπαθειών, στρεσογόνων καταστάσεων και ευκαιριών, που σε ορισμένους –και μόνο σε ορισμένους–, κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, μπορεί να διασταυρωθεί καταστροφικά. Η κατανόηση αυτής της αλληλεπίδρασης μάς επιτρέπει να σχεδιάζουμε έξυπνες πολιτικές πρόληψης και θεραπείας που στοχεύουν εκεί όπου ο κίνδυνος πραγματικά γεννιέται: στις διασταυρώσεις Βιολογίας - Ψυχολογίας -Κατάστασης - Ευκαιρίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Glenn, A. L., & Raine, A. (2014). Neurocriminology: implications for the punishment, prediction and prevention of criminal behaviour. Nature Reviews Neuroscience, 15, 54–63.
2. Yang, Y., & Raine, A. (2009). Prefrontal structural and functional brain imaging findings in antisocial, violent, and psychopathic individuals: A meta-analysis. Psychiatry Research: Neuroimaging, 174, 81–88.
3. Anderson, C. A., & Bushman, B. J., & Allen, J. J. (2018). The General Aggression Model. Current Opinion in Psychology, 19, 75–80.
4. Cohen, L., & Felson, M. (1979). Social Change and Crime Rate Trends: A Routine Activity Approach. American Sociological Review, 44, 588–608.
5. Kuhns, J. B., et al. (2014). The Prevalence of Alcohol-Involved Homicide Offending: A Meta-Analytic Review. Homicide Studies, 18, 251–270.
6. Caspi, A., et al. (2002). Role of genotype in the cycle of violence in maltreated children. Science, 297, 851–854.
7. Byrd, A. L., & Manuck, S. B. (2014). MAOA, childhood maltreatment, and antisocial behavior: meta-analysis of a gene–environment interaction. Biological Psychiatry, 75, 9–17.
8. Koenigs, M., & Newman, J. P. (2013). The role of prefrontal cortex in psychopathy. Annual Review of Clinical Psychology, 9, 381–404. (ανοικτή πρόσβαση μέσω PMC).
9. World Health Organization (2002). World Report on Violence and Health. (Ορισμοί/πλαίσιο δημόσιας υγείας).
10. Milgram, S. (1963). Behavioral study of obedience. Journal of Abnormal and Social Psychology, 67, 371–378.
Add comment
Comments